Σάββατο 22 Αυγούστου 2009

Φοβάμαι όλα αυτά, που θα γίνουν για μένα, χωρίς Εσένα…


Φόβος ο ανώνυμος φίλος. Γεγονός, ο φόβος, που το νιώθω πριν ακόμη μάθω το όνομα του. Με συντροφεύει από τη στιγμή που ο Θεός, έδωσε ευλογία να κάνω το πρώτο μου βήμα, έξω από τη μητρική ασφάλεια. Έχουμε γίνει αχώριστοι. Παντού μαζί, στην κούνια, στα παιχνίδια, στις αταξίες μου. Μόνο όταν τρέχω στης μάνας μου την αγκαλιά, αυτός κοντοστέκεται και περιμένει να βγω από τα τείχη μου, τα δύο της χέρια. Τα βράδια οι επισκέψεις του γίνονται συχνότερες γιατί του αρέσει να παίζει με το σκοτάδι και τις σκιές. Μου είπαν ότι μεγαλώνοντας θα αφήσω το φόβο στα παιδικά μου χρόνια, παρέα με τα παιχνίδια, την αθωότητα και ότι άλλο αφήνω έξω από τις βαλίτσες της ζωής. Ίσως αυτό είναι το τελευταίο παραμύθι των παιδικών χρόνων.

Φόβος ο επώνυμος σύντροφος. Μεγαλώνω, και μαζί με μένα ο φόβος μου ή μάλλον οι φόβοι μου. Τώρα έγιναν πολλοί. Ο ένας γεννά τον άλλον. Ο ένας τρέφει τον άλλον. Τώρα φοβάμαι πρόσωπα που αγαπώ. Τι φοβερό!!! Ότι αγαπώ με φοβίζει. Ακόμα και η ζωή μου. Και ότι με φοβίζει το σκοτώνω. Με φοβίζει το παρόν, με τρομάζει το μέλλον. Με φοβίζουν οι άλλοι, με τρομάζει η μοναξιά. Φοβάμαι μη μετανιώσω, μη χάσω, μη νικηθώ. Φοβάμαι ότι μπορεί να μη ζήσω αλλά φοβάμαι και να ζήσω. Φοβάμαι το θάνατο, τον πόνο, την αποτυχία, τον αποχωρισμό. Γνωρίζω καλά ότι μεγεθυντικός φακός του φόβου μου είναι ο εγωισμός και τα σφιχταγκαλιάσματα του με τη ζωή μου. Φοβάμαι να χωρίσω αυτό το ζευγάρι που διαρκώς γεννοβολά γεμίζοντας ασφυχτικά το χρόνο μου.

Μετα φόβου Θεού. Μόνο ένας φόβος μπορεί να νικήσει τον φόβο μου. Ένας φόβος εντελώς διαφορετικός από αυτόν που τόσα χρόνια με συνοδεύει τυρρανικά. Και εδώ φοβάμαι. Φοβάμαι την πίστη που δεν είναι εμπιστοσύνη, την αγάπη που κυοφορεί το συμφέρον, την προσευχή που αναπαύεται στη συνήθεια ή στηρίζεται στην ανάγκη, την ταπείνωση που τρέφει τον εγωισμό, την ιερωσύνη που έχασε την παρακαταθήκη, την αγρυπνία που κοιμίζει την συνείδηση, την νηστεία που δεν είναι πείνα για το Θεό, την εξομολόγηση που δεν γνωρίζει τη μετάνοια, την μετάνοια που δεν ποτίζεται από το στύψιμο της ψυχής, την Θεία Κοινωνία που δεν είναι συνάντηση, επαφή, ένωση, την πνευματική ζωή που δεν έχει Πνεύμα. Και εδώ φοβάμαι, μα αυτά που φοβάμαι γεννούν την Ανάσταση και αποβάλλουν τον φόβο του θανάτου. Δείχνουν τον σταυρό, εκεί που με τον πόνο συμφιλιώνεσαι. Κρατάς αυτό το φόβο για να μη φοβάσαι. Αυτός ο φόβος σε οδηγεί εκεί που ο θάνατος γίνεται ζωή, ο πόνος αρετή, ο φόβος νίκη, ο χρόνος αιωνιότητα. Εκεί βλέπεις τον φόβο σου να χάνει τη δύναμη του και ακούς την επισφράγιση της νίκης «Θαρσείτε, Εγώ ειμί, μή φοβείσθε»

2 σχόλια:

P@nos είπε...

πολύ όμορφο..!

Επίσης :
"(...) Θαρσειτε, Εγω νενικηκα τον κοσμον" (Ιωαννη, 16:33)

Διαβάτης είπε...

Πραγματικά , πολύ όμορφο κείμενο !

Καλή συνέχεια ...

Αργυρούλα