Με την χάρη του Θεού κυκλοφόρησε πριν τις γιορτές το Δ’ οδοιπορικό του Κέντρου Νεότητας Θηβών. Το κέντρο βάρους του οδοιπορικού είναι αφιερωμένο στο εγκαταλελειμένο παιδί και την προσπάθεια που γίνεται τα τελευταία χρόνια στην Ι. Μητρόπολή μας. Ήδη μέσα στις μέρες των γιορτών έγινε παρουσίαση του βιβλίου σε οκτώ πόλεις και τρία σχολεία. Ιδιαίτερα συγκινητική ήταν η παρουσία και συμμετοχή πέντε παιδιών από την Ρωσία και Ουκρανία που μίλησαν για τη βασανισμένη ζωή τους αλλά και τους δρόμους που ανοίγει ο Θεός. «Τα παιδιά του πουθενά και του κανένα» συγκίνησαν τους ακροατές και ειδικά τους μαθητές των σχολείων που έδειξαν έμπρακτα την αγάπη τους.
Από τις διάφορες βιβλιοκριτικές που δεχθήκαμε ή καταγράφηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά, δημοσιεύουμε αυτήν του κου Γεωργίου Παπαγεωργίου, Επ. Καθηγητή Χειρουργικής και διευθυντή της Α΄ Χειρουργικής Κλινικής του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», που έχει άμεση γνώση αυτής της προσπάθειας και συμμετέχει στις εξορμήσεις του Κέντρου Νεότητος στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης:
Από τις διάφορες βιβλιοκριτικές που δεχθήκαμε ή καταγράφηκαν σε εφημερίδες και περιοδικά, δημοσιεύουμε αυτήν του κου Γεωργίου Παπαγεωργίου, Επ. Καθηγητή Χειρουργικής και διευθυντή της Α΄ Χειρουργικής Κλινικής του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός», που έχει άμεση γνώση αυτής της προσπάθειας και συμμετέχει στις εξορμήσεις του Κέντρου Νεότητος στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης:
«Το βιβλίο «Μέσα στους ανθρώπους εξορίστηκα» είναι γραμμένο από νέα παιδιά του Κέντρου Νεότητος Θηβών και όχι μόνο. Βασίζεται σε σημειώσεις και ημερολόγια που κρατούσαν τα παιδιά στις εκδρομές στην Ουκρανία και κατ’ εξοχήν στην Κριμαία που είναι ο τόπος που έζησε και πέθανε ο Αγ. Λουκάς. Αλλά όχι μόνο στην Ουκρανία μα και σε διάφορα μέρη της Ρωσσίας, όπως η Αγ. Πετρούπολη, η Μόσχα το Αικατερίνμπουργκ και διάφορα μοναστήρια και προσκυνήματα στις γύρω περιοχές. Τέλος στην μακρινή και μυθική Σιβηρία που εξορίστηκε ο Αγ. Λουκάς όπως και τόσοι άλλοι γνωστοί και άγνωστοι μάρτυρες της πίστεως. Εκτός από τις συναρπαστικές εντυπώσεις και περιγραφές από τις «εξωτικές» αυτές για εμάς χώρες εντυπωσιάζουν οι περιγραφές της τραγικής κατάστασης που βρίσκεται ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού, και κυρίως τα ορφανά παιδιά στα πολυάριθμα και εξαθλιωμένα ορφανοτροφεία των χωρών αυτών. Οι ιστορίες αυτές των παιδιών που με πολύ ρεαλισμό, αλλά και λογοτεχνική κομψότητα εμφανίζονται στο βιβλίο είναι σχεδόν απίστευτες. Νομίζει κανείς ότι διαβάζει μυθιστορήματα άλλων εποχών, με κατατρεγμένες υπάρξεις που η υπερβολή της λογοτεχνίας χρωματίζει τη δυστυχία και την απόγνωση τους και μας συγκινεί λιγάκι μέσα στην ασφάλεια της οικονομικής μας ευμάρειας και τον προβληματισμό της αδυναμίας μας να τα έχουμε όλα όσα θέλουμε και ακόμα περισσότερα από όσα θέλουμε.
Τα παιδιά αυτά των πεθαμένων γονιών ή ακόμα χειρότερα των αλκοολικών και εγκληματικών γονιών είναι ένα ηχηρό μήνυμα στον εφησυχασμό μας και στους πολλές φορές ψεοδοπροβληματισμούς μας. Τα συναντάμε στις σελίδες του βιβλίου είτε στα ορφανοτροφεία τους είτε σε σχολεία απομακρυσμένων περιοχών της Ουκρανίας ή της Σιβηρίας, αλλά και στις κατασκηνώσεις της Μητροπόλεως Θηβών στον Παρνασσό, όπου τα έφερε έστω και για λίγο η αγάπη των παιδιών του Κ.Ν.Θ.
Οι ιστορίες της ζωής τους, οι αντιδράσεις τους στην επίθεση αγάπης που τους έγινε αναπάντεχα από τα δικά μας παιδιά, η ανταπόκριση τους σ’ αυτή την αγάπη, οι αμείλικτες ερωτήσεις τους για την αδικία και την δυστυχία που ζουν παρουσιάζονται με ένα συναρπαστικό τρόπο. Το κάθε ένα από αυτά θα μπορούσε να είναι ήρωας ενός μυθιστορήματος του Τολστοί ή του Ντοστογιέφσκι ή του Ζολά. Παρατίθενται πολλές επιστολές – εξομολογήσεις που το κάθε παιδί περιγράφει τη δυστυχία του με την ελπίδα να βρει μια καλύτερη τύχη στη ζωή με τη μορφή υιοθεσίας ή έστω ενός επαγγέλματος που θα το βγάλει από την απόγνωση.
Επίσης θα βρει κανείς στο βιβλίο εκτός από το θηριώδες πρόσωπο μιας απελπισμένης και αδιάφορης κοινωνίας το υπέροχο παράδειγμα και την αυτοθυσία πολλών ανθρώπων που τιμούν το ρόλο του ανθρώπου στη ζωή και διασώζουν την τιμή του ανθρώπινου είδους. Είναι δάσκαλοι και διευθυντές σχολείων και ορφανοτροφείων που με ακατανόητη για την απαιτητική δική μας νοοτροπία ως εργαζομένων, δουλεύουν απλήρωτοι επί μήνες στα ιδρύματα τους και επί πλέον μένουν υπερωριακά δουλεύοντας και σαν εργάτες (βάψιμο, επισκευές, καθαριότητα) από αγάπη στα παιδιά. Άνθρωποι που η αξιοπρέπειά τους τους κάνει να αρνηθούν κάποια προσωπικά δώρα και βοηθήματα και να τα μοιράσουν στα παιδία.
Νομίζω ότι στις 300 σελίδες του βιβλίου έχει κανείς να βρει πολλά πράγματα. Θα το διαβάσει «απνευστί» γιατί η γλώσσα του είναι συναρπαστική και τα θέματα είναι πολύ ενδιαφέροντα. Θα ταξιδέψει μαζί με τα δικά μας παιδιά στις απέραντες στέπες της Σιβηρίας και της Ουκρανίας. Θα επισκεφθεί τις μεγάλες ρωσσικές πόλεις όπως τη Μόσχα την Πετρούπολη το Κίεβο την Οδησσό, αλλά και μικρότερες όπως η Συμφερούπολη, η Μαριούπολη, η Γιάλτα και ξεχασμένα χωρία όπως το Αλιάμπεβο και το Σουργκούτ. Θα συγκινηθεί ανακαλύπτοντας πόσο έντονα είναι τα σημάδια της Ελληνικής παρουσίας στην Κριμαία και την Οδησσό, τόσο στο παρελθόν όσο και στο παρόν. Θα κατανυγεί αισθανόμενος την παρουσία του Αγίου Λουκά στον χώρο που έζησε αλλά και τόσων άλλων αγίων της ρωσικής γης που εκφράζονται στην εκπληκτική ευσέβια και καρτερία των απλών ανθρώπων του λαού. Θα εντυπωσιασθεί από την φτώχεια την ανέχεια την δυστυχία, τα κοινωνικά προβλήματα όπως ο αλκοολισμός, μιας χώρας που οι ιστορικές συγκυρίες την οδήγησαν στην απόγνωση. Θα χαρεί με την αυτοθυσία και την αξιοπρέπεια ορισμένων ανθρώπων που κοσμούν τη θέση τους. Θα λυπηθεί και θα κλάψει με τις θλιβερές ιστορίες των παιδιών των ορφανοτροφείων που κυριολεκτικά σε αφήνουν κατάπληκτο, αλλά και θα χαρεί βλέποντας στα κείμενα τους πως η ελπίδα και η αγάπη φωλιάζει μέσα τους έτοιμη να μεταμορφώσει τον κόσμο. Και θα χαρεί με τις ακάματες πρωτοβουλίες και την αγάπη μιας ομάδας δικών μας ανθρώπων από την Βοιωτία και την Αθήνα που μας έβαλαν μέσα σε αυτό τον κόσμο και τους προβληματισμούς του.
Έναν κόσμο που δεν είναι αλλοίμονο πολύ μακρυνός στο παρελθόν αλλά ούτε και οριστικά σβησμένος στο μέλλον. Έναν κόσμο που πρέπει να ταρακουνήσει τους εφησυχασμούς μας και τις κοντόφθαλμες επιδιώξεις μας.
Δεν πάνε πολλά χρόνια που ο Κωστής Παλαμάς έγραψε μερικούς στίχους που πρέπει να ξανακούσουμε, γιατί αφορούν τον διπλανό μας, τον πλησίον μας έστω και αν είναι χιλιάδες γήινα χιλιόμετρα μακριά.
Στην αγροτιά, στα χωριατιά, το χιόνι, η γρίπη, η πείνα οι λύκοι.
Ποτάμια, πέλαγα, στεριές, ξολοθρεμός και φρίκη.
Χειμώνας άγριος. Κι η φωτιά, καλοκαιριά στην κάμαρά μου.
Ντρέπομαι για τη ζέστα μου και για την ανθρωπιά μου.
Ας ευχηθούμε στα παιδιά του Κ.Ν.Θ. να έχουν δύναμη να συνεχίσουν το έργο τους και να μας χαρίσουν και άλλα παρόμοια βιβλία.»
Ευροκλύδων, Τεύχος 25
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου