Φτάσαμε πια στις τελευταίες μέρες πριν από τη Μεγάλη Σαρακοστή. Ήδη κατά την εβδομάδα της Απόκρεω πού είναι πριν από την Κυριακή της Τυροφάγου, δύο μέρες - ή Τετάρτη και ή Παρασκευή - ξεχωρίστηκαν να ανήκουν στη Σαρακοστή. Ή Θεία Λειτουργία δεν τελέστηκε και ή όλη τυπική διάταξη στις ακολουθίες έχει πάρει τα λειτουργικά χαρακτηριστικά της Μεγάλης Σαρακοστής. Στον Εσπερινό της Τετάρτης χαιρετίζουμε την Μεγάλη Σαρακοστή με τούτο τον ωραιότατο ύμνο:
Ανέτειλε το έαρ της νηστείας,
και το άνθος της μετανοίας,
αγνίσωμεν ουν εαυτούς αδελφοί,
από παντός μολυσμού,
τω φωτοδότη ψάλλοντες, είπωμεν
δόξα σοι, μόνε Φιλάνθρωπε.
Κατόπιν, το Σάββατο της Τυροφάγου η Εκκλησία μας «ποιεί μνείαν πάντων των εν ασκήσει λαμψάντων αγίων ανδρών τε και γυναικών». Οι άγιοι είναι τα πρότυπα πού θ' ακολουθήσουμε, οι οδηγοί στη δύσκολη τέχνη της νηστείας και της μετάνοιας. Στον αγώνα πού πρόκειται ν' αρχίσουμε δεν είμαστε μόνοι:
Δεύτε άπαντες πιστοί, τας των όσιων Πατέρων,
χορείας υμνήσωμεν. Αντώνιον τον κορυφαίον, τον
φαεινόν Ευθύμιον, και έκαστον και πάντας ομού…
Έχουμε βοηθούς και παραδείγματα:
Των Μοναστών τα πλήθη, τους καθηγητάς νυν
τιμώμεν. Πατέρες, όσιοι…
Τελικά έρχεται ή τελευταία μέρα, πού συνήθως, την ονομάζουμε Κυριακή της Συγνώμης, αλλά έχει και ένα άλλο λειτουργικό όνομα πού θα πρέπει να θυμόμαστε: «της από του Παραδείσου της τρυφής εξορίας του Πρωτόπλαστου Αδάμ». Το όνομα αυτό συνοψίζει ουσιαστικά την πλήρη προπαρασκευή για τη Μεγάλη Σαρακοστή. Ξέρουμε ότι ό άνθρωπος πλάστηκε για να ζει στον Παράδεισο, για τη γνώση του Θεού και την κοινωνία μαζί Του. Η αμαρτία του όμως τον απομάκρυνε από την ευλογημένη ζωή και έτσι ή ύπαρξη του στη γη είναι μια εξορία…
Η Μεγάλη Σαρακοστή είναι ή απελευθέρωση μας από τη σκλαβιά της αμαρτίας, από τη φυλακή του «κόσμου τούτου». Και το ευαγγελικό ανάγνωσμα αυτής της Κυριακής (Ματθ. 6, 14-21) θέτει τους όρους για μια τέτοια απελευθέρωση. Πρώτος όρος είναι ή νηστεία - ή άρνηση δηλαδή να δεχτούμε τις επιθυμίες και τις ανάγκες της «πεπτωκυίας» φύσης μας σαν ομαλές, ή προσπάθεια να ελευθερωθούμε από τη δικτατορία της σάρκας και της ύλης πάνω στο πνεύμα. Για να είναι αποτελεσματική ή νηστεία μας δεν πρέπει να είναι υποκριτική, δηλαδή «προς το θεαθήναι». Να μη φαινόμαστε «τοις ανθρώποις νηστεύοντες, αλλά τω Πατρί ημών τω εν τω κρύπτω». Δεύτερος όρος είναι ή συγνώμη. «Εάν αφήτε τοίς ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών, αφήσει και υμίν ό Πατήρ υμών ό ουράνιος», (Ματθ. 6,14). Ο θρίαμβος της αμαρτίας, το κύριο σημάδι του ρόλου της πάνω στον κόσμο, είναι η διαίρεση, η αντίθεση, ό χωρισμός, το μίσος. Έτσι το πρώτο σπάσιμο σ' αυτό το φρούριο της αμαρτίας είναι ή συγχωρητικότητα: ή επιστροφή στην ενότητα, στην σύμπνοια, στην αγάπη. Το να συγχωρήσω κάποιον σημαίνει να βάζω ανάμεσα σε μένα και στον «εχθρό» μου την ακτινοβόλα συγχώρεση του ίδιου του Θεού. Το να συγχωρήσω είναι να αγνοήσω το απελπιστικό αδιέξοδο στις ανθρώπινες σχέσεις και να το αναφέρω στο Χριστό. Συγχώρεση πραγματικά είναι ένα πέρασμα της Βασιλείας του Θεού μέσα στον αμαρτωλό και
«πεπτωκότα» κόσμο…Ουσιαστικά ή Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει με τον Εσπερινό τούτης της Κυριακής. Αυτή ή μοναδική σε βάθος και ωραιότητα ακολουθία έχει δυστυχώς εκλείψει από αρκετές εκκλησίες. Όμως παρ' όλα αυτά τίποτε άλλο δεν αποκαλύπτει καλύτερα το χαρακτηριστικό τόνο της Μεγάλης Σαρακοστής στην Ορθόδοξη Εκκλησία και πουθενά άλλου δε διακηρύσσεται τόσο καλά ή έντονη πρόσκληση στον άνθρωπο. Η ακολουθία αρχίζει με τον κατανυκτικό εσπερινό όπουo o ιερέας είναι ντυμένος με λαμπερά άμφια… Κατόπιν γίνεται ή είσοδος του Ευαγγελίου με τον εσπερινό ύμνο: «φως ιλαρόν αγίας δόξης...». Ό ιερέας τώρα προχωρεί προς την Ωραία Πύλη για ν' αναφωνήσει το εσπερινό Προκείμενο πού πάντοτε αναγγέλλει το τέλος της μιας και την αρχή της άλλης μέρας. Το Μέγα προκείμενο αυτής της ημέρας αναγγέλλει την αρχή της Μεγάλης Σαρακοστής.
Μη αποστρέψης το πρόσωπο σου
από του παιδός σου, ότι θλίβομαι·
ταχύ επάκουσόν μου· πρόσχες
τη ψυχή μου, και λύτρωσαι αυτήν.
Ακουστέ τη θαυμάσια μελωδία του στίχου τούτου, αυτή την κραυγή πού ξαφνικά γεμίζει την εκκλησία «...ότι θλίβομαι!» - και θα καταλάβετε το σημείο από το οποίο ξεκινάει ή Μεγάλη Σαρακοστή: το μυστηριώδες μίγμα της ελπίδας με την απογοήτευση, του φωτός με το σκοτάδι. Η όλη προετοιμασία έφτασε πια στο τέλος. Στέκομαι μπροστά στο Θεό, μπροστά στη δόξα και στην ομορφιά της Βασιλείας Του. Συνειδητοποιώ ότι ανήκω σ' αυτή, ότι δεν έχω άλλη κατοικία, ούτε άλλη χαρά, ούτε άλλο σκοπό. Συναισθάνομαι ακόμα ότι είμαι εξόριστος από αυτή μέσα στο σκοτάδι και στη λύπη της αμαρτίας γι’ αυτό «θλίβομαι»! Τελικά παραδέχομαι ότι μόνο ό Θεός μπορεί να με βοηθήσει σ' αυτή τη θλίψη, ότι μόνον σ' Αυτόν μπορώ να πω «πρόσχες τή ψυχή μου». Μετάνοια πάνω απ' όλα, είναι το απελπισμένο κάλεσμα για τη θεία βοήθεια… Πέντε φορές επαναλαμβάνουμε αυτό το Προκείμενο. Και τότε να! ή Μεγάλη Σαρακοστή αρχίζει. Τα φωτεινά χρωματιστά άμφια και καλύμματα τού ναού αλλάζουν· τα φώτα σβήνουν. Όταν ό ιερέας εκφωνεί τις αιτήσεις, ό χορός απαντάει με το «Κύριε ελέησον» την κατ’ εξοχήν σαρακοστιανή απάντηση. Για πρώτη φορά διαβάζεται ή προσευχή του Αγίου Εφραίμ πού συνοδεύεται από μετάνοιες. Στο τέλος της ακολουθίας όλοι οι πιστοί πλησιάζουν τον ιερέα και ό ένας τον άλλο, ζητώντας την αμοιβαία συγχώρεση… Πρόκειται τώρα πια να περιπλανηθούμε σαράντα ολόκληρες μέρες στην έρημο της Μεγάλης Σαρακοστής. Όμως από τώρα βλέπουμε να λάμπει στο τέλος το φως τής Ανάστασης, το φως της Βασιλείας του Θεού.
Alexander Schmemann
Μεγάλη Σαρακοστή,
Πορεία προς το Πάσχα
Εκδόσεις Ακρίτας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου