Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

D’ après nature...

Γράψιμο του 1935

Δεν με καταλαβαίνει ο κόσμος. Ούλοι μου λεν να κάνω κάτι άλλο από ότι κάνω. ‘Ερχουνται να μου πουν να κάνω τέχνη όπως θέλουν τα κέφια τα δικά τους, ενώ την κάνω για δικό μου κέφι. Για βάλε, νάσαι ερωτευμένος με μια γυναίκα κι έρχονται οι άλλοι να σου πουν να την παρατήσης για να αγαπήσεις μιαν άλλη, του γούστου τους! Μη χειρότερα! Από τις χίλιες ζαλούρες κι ανησυχίες και τέτοια, που τσαμπουνάνε οι πολλοί κριτικοί σήμερα και οι τέτοιοι, το πιο μεγάλο τούμπανο είναι της λευτεριάς του τεχνίτη. Της λευτεριάς!
Γεννήθηκα φύση ορμητική, μαχητική, λεύτερη… Έδρασα, παναστάτησα, καυγάδισα, κυριάρχησα. Τι με τούτο; «Τι γαρ ωφελήσει άνθρωπον αν τον κόσμον όλον κερδήση και ζημιωθεί την ψυχήν αυτού»; Στα στερνά κατάλαβα πως όλα τούτα είναι ξιππάσματα μπόσικα, και τίποτα στην ουσία. Η ουσία της ζωής είναι άλλη… τεχνίτης ίσα ίσα είναι κείνος που ξέρει τι πρέπει να βγάλει… που ενώ καταλαβαίνει το φούσκωμα της δημιουργίας μέσα του δεν τ΄ αφήνει να πάει όπου θέλει… μα σίγουρος για την δύναμή του και την αξία του , τραβά το γκέμι και ρεγουλάρει το περπάτημά του. Για τούτο κι έχει νόημα ότι κάνει…
Λεν επαναστάτη τον Greco, ενώ ήτανε συντηρητικός…δούλεψε αποτραβηγμένος, κι ετσι πέθανε. Οι σύγχρονοί του δεν τον καταλάβανε, τον λέγαν παλαβόν…γιατί δεν πήγαινε με την μόδα, με τα νέα ρεύματα. Νεωτεριστές, αντιπρόσωποι της εποχής του, ήτανε ο Τιτσιανός, κι άλλοι βενετσιάνοι κ’ ιταλιάνοι… Αυτοί ζωγραφίζανε λεύτερα, γιομάτοι κοσμικό πνεύμα (πρόδρομοι του σημερινού πολιτισμού). Για λευτεριά πέρναγε η ξυπνάδα να βάζουνε το Χριστό μέσα σ’ ένα παλάτι της Βενετιάς να δίνει τσιμπούσι και να πηρετιέται από λακέδες, να ντύνουνε τους Αποστόλους με justaucorps και με νταντέλλες… Ο Θεοτοκόπουλος πήγε στα παλιά, αυτά που σιχαινόντανε οι τοτινοί πιο πολύ κι από σήμερα, εδώ την Ελλάδα, τα ξύλινα χέρια, τα γουρλωμένα μάτια, το θεοκρατισμό...
Το ανώτερο σημείο που έφταξε ο άνθρωπος στην τέχνη, είναι η διακοσμητική, ο ρυθμός, όχι η μίμηση, η σκέτη μίμηση. Τις εντυπώσεις του απ’ τα φαινόμενα τις έβαλε κάτω από νόμους ανθρώπινους, ψυχικούς. Κι όμως, τόση στραβομάρα μας έπιασε, που έχουμε για πρόοδο τον ιμπρεσσιονισμό, το να ζωγραφίζουμε φυσικά, «να τα πιάσεις». Ότι αγώνες έκανε ο άνθρωπος αιώνες αιώνων ίσαμε να κάνη πολιτισμό, εμείς του δίνουμε μια κλωτσιά, κι αρχίζουμε απαξαρχής. D’ après nature, που λεν κ’ είναι της μόδας…
Αυτή η μανία πώχει η εποχή μας, και καλά και σώνει να κάνη δικά της πράματα, καινούργια, επαναστατικά, φαίνεται πως έχει την αιτία στην αδυναμία της. Καταλαβαίνει πως δεν έχει τίποτα σχεδόν δικό της στις τέχνες και γι’ αυτό φοβάται κι ολοένα καυκιέται πως θα δημιουργήσει πράματα που δεν υπήρξαν. Ως τώρα δεν κάνει παρά να χαλά όσα καλά βρήκε από τα πριν...

Φώτη Κόντογλου, Για να πάρουμε μία ιδέα περί ζωγραφικής.
Εκδ. Αρμός

Δεν υπάρχουν σχόλια: